Εδώ και περίπου δύο δεκαετίες, ο Βλάντιμιρ Πούτιν κυριαρχεί στην ρωσική πολιτική σκηνή και όχι μόνο. Σημασία βέβαια έχει να βλέπει κανείς τα μέσα που κάνει χρήση ο πρόεδρος της Ρωσίας για να παραμένει στην εξουσία. Ακόμη, σημαντικό είναι να υπάρχει και ανταγωνισμός που να μπορεί να αποτελέσει πρόκληση για τον Ρώσο πρόεδρο.
Δυτικοί αναλυτές χαρακτηρίζουν τον Πούτιν αδίστακτο, αφού έχει στείλει στην φυλακή τον σφοδρότερο επικριτή του και μείζονα πολιτικό του αντίπαλο, Αλεξέι Ναβάλνι. Κατάφερε και συνέτριψε ένα κύμα διαδηλώσεων υπέρ του τελευταίου. Οι ΗΠΑ κατηγορούν τις μυστικές υπηρεσίες της Ρωσίας για κυβερνοεπιθέσεις ευρείας κλίμακας, ενώ ρωσικές – ή φιλορωσικές – δυνάμεις διαβρώνουν την αμερικανική επιρροή από τη Συρία και τη Λιβύη μέχρι την Ουκρανία.
Μήπως τελικά δεν είναι τόσο πανίσχυρος;
Όπως σημειώνει ο καθηγητής Μετασοβιετικής Εξωτερικής Πολιτικής του Πανεπιστημίου Columbia Τίμοθι Φράι στο Foreign Affairs ο Ρώσος πρόεδρος δεν είναι και τόσο πανίσχυρος, όσο θέλουν να πιστεύουν πολλοί. Μάλιστα, το Κρεμλίνο κάνει ό,τι μπορεί για να ενισχύσει αυτή την άποψη.
Αφού όπως όλοι οι αυταρχικοί ηγέτες αντιμετωπίζει και εκείνος τον φόβο της μίας απειλής. Σχεδόν όλα τα αυταρχικά καθεστώτα έχουν τον φόβο μήπως ένας από το κοινό καταφέρει να ξεσηκώσει την ελίτ που τον στηρίζει και από την άλλη την απειλή μιας λαϊκής εξέγερσης, ενώ τα εργαλεία που διαθέτει γίνονται ολοένα και λιγότερο αποτελεσματικά λόγω των συμβιβασμών που αναγκάστηκε να κάνει για να διατηρήσει τον έλεγχο του κράτους. Και εξισορροπώντας τα αντικρουόμενα συμφέροντα των ελίτ – που θα στασίαζαν σε αντίθετη περίπτωση εναντίον του – και χειραγωγώντας την κοινή γνώμη στη χώρα του.
Τα λάθη του Προέδρου
Ο Πούτιν επωφελήθηκε κατά την πρώτη δεκαετία της θητείας του στα ύπατα αξιώματα της Ρωσίας από την οικονομική – λόγω πετρελαίου – άνθηση που αύξησε το βιοτικό επίπεδο των συμπατριωτών του και κατά τη δεύτερη από τον εθνικιστικό ενθουσιασμό μετά την προσάρτηση της Κριμαίας.
Αλλά στην τρίτη δεκαετία του άρχισε ολοένα και περισσότερο να καταφεύγει στην καταστολή για την εξουδετέρωση αντιπάλων – κάτι που αναμένεται να συνεχιστεί καθώς εντείνονται τα προβλήματα της χώρας επιταχύνοντας έναν κύκλο πολιτικής βίας και οικονομικής δυσχέρειας, που ίσως θέσει σε σκληρή δοκιμασία τον Ρώσο πρόεδρο.
Το αφήγημα της ισχύος του Πούτιν
Σε ότι αφορά, το αφήγημα περί του πανίσχυρου Πούτιν στηρίζουν εν μέρει αναλυτές που χτενίζουν το υπόβαθρό του, την ως τώρα διαδρομή του, ακόμη και τα βιβλία που αρέσκεται να διαβάζει για να εξηγήσουν τις πολιτικές του που συνάδουν με εκείνες προσωποπαγών αυταρχικών καθεστώτων. Στο τιμόνι των οποίων βρίσκονται μεμονωμένα άτομα, όπως ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στην Τουρκία, ο Νικολάς Μαδούρο στη Βενεζουέλα, ο Ροντρίγκο Ντουτέρτε στις Φιλιππίνες. Αλλά και ηγέτες κρατών που ανήκαν στην σφαίρα επιρροής της ΕΣΣΔ, όπως η Λευκορωσία, το Καζακστάν, το Τατζικιστάν κτλ.
Αλλά τα καθεστώτα αυτά εμφανίζουν πολλά παθολογικά συμπτώματα γνωστά και στη Ρωσία, όπως τα υψηλότερα επίπεδα διαφθοράς σε σχέση με μονοκομματικά ή στρατιωτικά καθεστώτα, χαμηλότερη οικονομική ανάπτυξη, μεγαλύτερη καταπίεση και λιγότερο σταθερές πολιτικές». Ενώ οι ηγέτες τους υποδαυλίζουν τα αντιδυτικά αισθήματα για να συσπειρώνουν τη βάση τους, στοχοποιούν πολιτικούς αντιπάλους μέσω του δικαστικού συστήματος και επεκτείνουν το πεδίο δράσης της εκτελεστικής έναντι των άλλων εξουσιών.
Νέες τάσεις και νέες προκλήσεις
Οι τάσεις αυτές εξηγούνται αν σκεφθεί κανείς τι έχουν να χάσουν τέτοιοι αυταρχικοί ηγέτες, σαν τον Πούτιν. Αν απομακρυνθούν από την εξουσία, αφού μπορούν να απολαμβάνουν τα πλούτη και την επιρροή τους. Μόνον όσο κρατούν στα χέρια τους τα ηνία και στη συνέχεια θα είναι στο έλεος των διαδόχων τους. Τις τελευταίες επτά δεκαετίες αυταρχικοί ηγέτες που έχασαν την εξουσία κατέληξαν σε μεγάλο βαθμό στην εξορία, τη φυλακή ή έχασαν τις ζωές του, όπως π.χ. ο Μουαμάρ Καντάφι στη Λιβύη.
Ο Πούτιν γνωρίζει σίγουρα αυτούς τους κινδύνους. Όπως είχε επισημάνει ένας πρωήν σύμβουλος και νυν επικριτής του, ο Γκλεμπ Παβλόφσκι από το 2012 «στο κατεστημένο του Κρεμλίνου υπήρχε η απόλυτη πεποίθηση ότι μόλις μετακινηθεί το κέντρο εξουσίας ή ασκηθεί μεγάλη πίεση, ή εμφανιστεί ένας δημοφιλής ηγέτης, όλοι θα εξαφανιστούν. Νιώθουν λίαν ευάλωτοι. Μόλις δοθεί σε κάποιον η ευκαιρία – όχι απαραίτητα στο λαό, ίσως σε κυβερνήτες ή κάποιους άλλους – θα καταστρέψουν το κατεστημένο. Ή θα πρέπει να δώσουμε μάχη εμείς για να τους καταστρέψουμε.»
Οι ομοιότητες των αυταρχικών ηγετών
Ο Πούτιν δεν μοιράζεται μόνον τις ίδιες ανησυχίες για την απομάκρυνσή του από την εξουσία με άλλους αυταρχικούς ηγέτες. Αλλά έχει κι άλλες ομοιότητες: «διέβρωσε βαθμιαία τις νομοθετικές εξουσίες. Κατέστειλε ανεξάρτητα ΜΜΕ, υπονόμευσε εκλογές, σφετερίστηκε εξουσίες από πρώην ισχυρούς περιφερειακούς αξωματούχους. Πέρασε αλλαγές στο Σύνταγμα της Ρωσίας που του επιτρέπουν να διεκδικήσει την επανεκλογή του το 2024 και το 2030.»
Αλλά ασκώντας πίεση στους πολιτικούς θεσμούς που περιορίζουν την εκτελεστική εξουσία ο Πούτιν περιόρισε τη βεβαιότητα για την πολιτική του και κατέστησε πιο ευάλωτες τις ελίτ με αποτέλεσμα επενδυτές να προτιμούν να τοποθετούν τα χρήματά του σε ασφαλή καταφύγια εκτός Ρωσίας και πολλοί νεαροί Ρώσοι να φεύγουν στο εξωτερικό (το ρωσικό brain drain). Ακόμη και ζάπλουτοι Ρώσοι αισθάνονται ανασφάλεια και διατηρούν το μέγιστο μέρος των περιουσιακών τους στοιχείων στο εξωτερικό.
Κι έτσι, χωρίς ισχυρούς επίσημους θεσμούς να νομιμοποιούν τη διακυβέρνησή του ο Πούτιν στηρίζεται στη μεγάλη δημοτικότητα. Αυτός είναι ο τρόπος για να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις των ελίτ. Αλλά και να κρατήσει τους διαδηλωτές μακριά από τους δρόμους. Για πολλά χρόνια τα ποσοστά δημοφιλίας του ήταν γύρω στο 74%. Αλλά εδώ και τρία χρόνια υποχωρούν γύρω στο 65%. Πολλοί δηλώνουν ότι δεν εμπιστεύονται πλέον τον πρόεδρό τους όσο στο παρελθόν.
Καμία άμεση απειλή
Ο Πούτιν δεν αντιμετωπίζει κάποια άμεση απειλή για την εξουσία του. Είναι ειδικός στην τακτική, διαθέτει αξιοσημείωτους οικονομικούς πόρους κι αντιμετωπίζει μια αποδιοργανωμένη αντιπολίτευση. Ωστόσο, η στρατηγική δεν αρκεί για να ισοσταθμίσει τους αγωνιώδεις συμβιβασμούς που κάνει για να κυβερνήσει την Ρωσία.
Μέχρι τώρα η στρατηγική του είναι κοντά στις εκλογές να συσπειρώνει τους πολίτες με αντιδυτικές κινήσεις. Aλλά όχι σε βαθμό που να προκαλέσει πραγματική αντιπαράθεση με τη Δύση. Ανταμείβοντας ημέτερους μέσω διαφθοράς, αλλά όχι σε βαθμό που να καταρρεύσει η οικονομία. Xειραγωγώντας την ειδησεογραφία, αλλά όχι τόσο που να χάσει η κοινή γνώμη την εμπιστοσύνη στα ΜΜΕ. Καταπιέζοντας πολιτικούς αντιπάλους, αλλά όχι σε βαθμό που να πυροδοτήσει λαϊκή αντίδραση. Ενισχύοντας τις υπηρεσίες ασφαλείας, αλλά όχι τόσο που να στραφούν εναντίον σου.
Το πώς το Κρεμλίνο θα εξισορροπήσει αυτούς τους συμβιβασμούς θα καθορίσει το άμεσο μέλλον της Ρωσίας. Αλλά η ροπή προς μεγαλύτερη καταπίεση της τελευταίας τετραετίας δεν αποτελεί καλό οιωνό για τη Ρωσία ή τον ηγέτη της.
Με πληροφορίες από το Foreign Affairs