O πόλεμος στην Ουκρανία συνεχίζεται και έχει δημιουργήσει οικονομικά προβλήματα. «Η κατάσταση είναι πολύ δύσκολη, δεν θα προσπαθήσω να την υποβαθμίσω», παραδέχεται στον Economist ο Σέρχιι Μαρτσένκο, ο υπουργός οικονομίας της Ουκρανίας. «Όμως μπορούμε να τα καταφέρουμε». Εδώ και τρεις μήνες σχεδόν, τα σημαντικότερα λιμάνια της χώρας του, καθώς επίσης και οι περισσότερες επιχειρήσεις, παραμένουν κλειστές.
Πριν τον πόλεμο, η ουκρανική οικονομία ήταν σε καλή κατάσταση, σημειώνοντας ανάπτυξη ανά τρίμηνο σχεδόν 7% σε ετήσια προβολή. Το χρέος της κινούνταν κοντά στο 50% του ΑΕΠ της – ποσοστό που οι περισσότεροι υπουργοί οικονομικών μπορούν μόνο να ονειρεύονται, όπως παρατηρεί η οικονομική εφημερίδα.
Η σημασία της ψηφιοποίησης
Το ψηφιοποιημένο σε εντυπωσιακό βαθμό σύστημα φορολόγησης και επιδομάτων, επιτρέπει την εύρυθμη ροή εσόδων από τα τμήματα της οικονομίας που συνεχίζουν να λειτουργούν ακόμη και εν μέσω του πολέμου.
Συντάξεις και μισθοί του δημοσίου συνεχίζουν να καταβάλλονται, ακόμη και σε περιοχές που αυτή τη στιγμή βρίσκονται υπό ρωσική κατοχή, χάρη στην ανθεκτικότητα των ψηφιακών συστημάτων, αλλά και του internet που παραδόξως συνεχίζει να υπάρχει στη χώρα.
Προς το παρόν, οι περισσότερες επιχειρήσεις συνεχίζουν επίσης να πληρώνουν τους υπαλλήλους τους, παρά το γεγονός ότι δεν καταφέρνουν να λειτουργήσουν κανονικά ή και καθόλου. Ο υπουργός παρατηρεί μιλώντας στον Economist ότι τα έσοδα από τις εισφορές των μισθωτών έχουν μειωθεί μόλις κατά 1% – γεγονός εντυπωσιακό. economy
45% μείωση του ΑΕΠ
Όμως τώρα η κατάσταση είναι εξαιρετικά δύσκολη. Η Παγκόσμια Τράπεζα προέβλεψε ότι το ουκρανικό ΑΕΠ θα μειωθεί ακόμη και κατά 45% εντός του 2022 – «εμείς εκτιμάμε 44%», αναφέρει ο Μαρτσένκο. Και οι δύο εκτιμήσεις χαρακτηρίζονται, φυσικά, από τεράστια αβεβαιότητα.
Τα έσοδα από δασμούς, σημαντικό μέρος των φορολογικών εσόδων της κυβέρνησης, έχουν συρρικνωθεί στο 25% σε σχέση με τα προπολεμικά επίπεδα, εξαιτίας τόσο της μείωσης των εισαγωγών όσο και της αναστολής πολλών δασμών. Οι μισθοί των στρατιωτών είναι ένα άλλο μεγάλο βαρίδι. Συνολικά, δημιουργούν ένα κενό χρηματοδότησης που εκτιμάται περίπου στα $5 δισ. κάθε μήνα, σημειώνει. Αυτό αντιστοιχεί περίπου στο 5% του συρρικνωμένου ΑΕΠ της χώρας, για κάθε μήνα του πολέμου.
Ελπίδες
Πώς μπορεί να καλυφθεί αυτό το κενό; Εν μέρει, εξηγεί ο Μαρτσένκο, με το τύπωμα περισσότερων χρημάτων από την κεντρική τράπεζα. Εν μέρει με την έκδοση πολεμικών ομολόγων, για τα οποία η κυβέρνηση αυτή τη στιγμή καταβάλλει επιτόκιο της τάξης του 11% – δηλαδή, μικρότερο από τον πληθωρισμό. Όμως η κυριότερη πηγή θα πρέπει να έρθει από το εξωτερικό. Αυτή είναι και η κύρια ασχολία του υπουργού, όπως παραδέχεται στον Economist: η καθημερινή άσκηση πιέσεων για βοήθεια σε ξένες κυβερνήσεις.
Τις μεγαλύτερες ελπίδες του τις στρέφει στις ΗΠΑ. Στις 28 Απριλίου, ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν δήλωσε ότι ζητά από το Κογκρέσο να εγκρίνει επιπλέον $33 δισεκατομμύρια επιπλέον χρηματοδότησης για την Ουκρανία, καθώς το προηγούμενο πακέτο στήριξης έχει σχεδόν εξαντληθεί. Στη συνέχεια, η Βουλή των Αντιπροσώπων ανέβασε αυτό το ποσό στα $40 δισ. Τα περισσότερα χρήματα θα διοχετευτούν σε εξοπλισμούς, όμως τουλάχιστον $8,5 δισ. προορίζονται για οικονομική στήριξη. «Είναι μια καλή είδηση, όμως πώς θα μοιάζει το αμερικανικό πακέτο και πότε θα έρθει; Δεν το γνωρίζουμε», λέει ο υπουργός.
Ανεπάρκειες
Το ΔΝΤ έχει επίσης παρέμβει. Έχει ενθαρρύνει τις ΗΠΑ και άλλες χώρες να αναλάβουν μέρος της κατανομής των ειδικών τραβηκτικών δικαιωμάτων της Ουκρανίας από το ταμείο, ουσιαστικά διοχετεύοντας σκληρό νόμισμα στην κυβέρνηση του Κιέβου. Όμως το τελικό αποτέλεσμα αυτών των κινήσεων είναι πως, για δεύτερο τρίμηνο φέτος, η Ουκρανία έχει συγκεντρώσε μόλις $4,5 δισ. περίπου, έναντι ενός οικονομικού ελλείμματος που αγγίζει τα $15 δισ.
Αυτό δεν είναι βιώσιμο, αναγνωρίζει ο Μαρτσένκο, που φοβάται ότι αν ο πόλεμος κρατήσει περισσότερους από «τρεις ή τέσσερις μήνες» ακόμη, θα καταστεί αναγκαία η λήψη επώδυνων μέτρων, με τεράστιες αυξήσεις της φορολόγησης και σημαντικές περικοπές των δημόσιων δαπανών. Επιπλέον, δεν αποκλείεται να χρειαστεί η απομάκρυνση της οικονομίας από τους κανόνες της ελεύθερης αγοράς και η στροφή σε κρατικοποιήσεις, έπειτα από χρόνια ιδιωτικοποιήσεων.
Σιτάρι
Ταυτόχρονα, η χώρα είναι αντιμέτωπη με ένα ακόμη πιο επιτακτικό πρόβλημα. Σε όλη τη χώρα, η περίοδος της σποράς για τα φετινά σιτηρά, το κριθάρι και τα ηλιοτρόπια, που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή ηλιέλαιου, καθώς επίσης και άλλα δημητριακά και άλλα βασικά τρόφιμα, έχει φτάσει στο τέλος της. Το εντυπωσιακό είναι ότι σχεδόν το 80% της συνηθισμένης σποράς έχει επιτευχθεί, ορισμένες φορές χάρη σε γενναίους αγρότες που έσπειραν τη γη φορώντας αλεξίσφαιρα γιλέκα.
Όμως τι θα γίνουν όλα αυτά τα τρόφιμα; Η συγκομιδή κατά πάσα πιθανότητα θα μπορέσει επίσης να επιτευχθεί, από τη στιγμή που οι γραμμές οριοθέτησης έχουν απομακρυνθεί και η Ρωσία δεν φαίνεται ικανή για περισσότερα εδαφικά κέρδη. Το δύσκολο είναι η αποστολή τους έξω από τη χώρα.
Λιμάνια
Η παρουσία του ρωσικού ναυτικού στη Μαύρη Θάλασσα, αλλά και η χρήση αμυντικών ναρκών από το ουκρανικό πολεμικό ναυτικό, σημαίνει ότι η Οδησσός, το σημαντικότερο λιμάνι της Ουκρανίας, έχει παύσει κάθε δραστηριότητα. Το ίδιο ισχύει και για το δεύτερο και το τρίτο μεγαλύτερο λιμάνι, που βρίσκονται κοντά της. Όσο για το Μπερντιάνσκ και τη Μαριούπολη, το τέταρτο και το πέμπτο, βρίσκονται υπό ρωσικό έλεγχο. Και δεν είναι εφικτή η αποθήκευση μεγάλων ποσοτήτων δημητριακών: τα σιλό της χώρας είναι σχεδόν γεμάτα από την πρόσφατη συγκομιδή της χειμερινής σοδειάς, η οποία κανονικά θα είχε αποσταλεί μέχρι τώρα στο εξωτερικό.
Ο Μουσταφά Ναϊγιέμ, πρώην δημοσιογράφος και διαδηλωτής και νυν υπουργός υποδομών της Ουκρανίας, είναι υπεύθυνος για την επίλυση αυτού του προβλήματος. Αν τα δημητριακά δεν μπορούν να αποσταλούν δια θαλάσσης, θα πρέπει να φύγουν οδικώς ή σιδηροδρομικώς, μέσω της Πολωνίας, της Ρουμανίας και της Ουγγαρίας. Όμως τα προβλήματα δεν σταματούν εκεί, σύμφωνα με τα όσα δηλώνει ο ίδιος στον Economist. Το οδικό δίκτυο δεν είναι σε θέση να υποστηρίξει τόσο μεγάλη κυκλοφορία. Και τα λιμάνια που απομένουν έχουν ελάχιστες επιπλέον δυνατότητες.
Χερσαία σύνορα
Το χειρότερο είναι ότι δεν είναι εύκολο για τα φορτηγά να διασχίσουν τα σύνορα της Ουκρανίας με την ΕΕ. Δασμοί και έλεγχοι φυτοϋγιεινής προκαλούν ήδη ουρές 10 χιλιομέτρων στις πύλες εισόδου. Σύμφωνα με τους κανόνες της ΕΕ, από τη στιγμή που η Ουκρανία δεν ανήκει στην Ένωση, μόνο ένας περιορισμένος αριθμός φορτηγών δικαιούται να διασχίζει καθημερινά τα σύνορά της.
Η γραφειοκρατία δυσκολεύει την κατάσταση – και απειλεί την Ευρώπη, αλλά και όλο τον πλανήτη με σοβαρές ελλείψεις τροφίμων μετά την ολοκλήρωση και της συγκομιδής του Σεπτεμβρίου. «Χρειαζόμαστε όλες οι χώρες της Ευρώπης να επιτρέπουν την ελεύθερη διέλευση των φορτηγών μας», υποστηρίζει ο υπουργός. «Δεν φαίνονται να καταλαβαίνουν για τι ποσότητες σιτηρών μιλάμε».